Είχαμε πει σε παλιότερη ανάρτηση για το τι ήταν τα αλληλοδιδακτικά σχολεία καθώς και για το τι μαθήματα γινόταν αλλά και τον τρόπο που γίνονταν αυτά ΚΛΙΚ
Αλλά πώς ήταν τα κτίρια αυτά, εξωτερικά και εσωτερικά;
Κατ' αρχάς να πούμε ότι το Αλληλοδιδακτικό Σχολείο χωριζόταν σε οκτώ τάξεις (κλάσεις) και ο
δάσκαλος επέλεγε τους ικανότερους μαθητές αλλά και τους εξυπνότερους για
να τον βοηθήσουν στη διδασκαλία. Οι μαθητές κατατάσσονταν σε κάθε τάξη
με βάση τις γνώσεις τους και την πρόοδό τους σε κάθε μάθημα. Μπορούσαν,
δηλαδή να ανήκουν σε μία ή περισσότερες τάξεις (κλάσεις), π.χ. μπορούσε
ο μαθητής να παρακολουθεί Γραμματική στην 4 κλάση και Αριθμητική στην 6
κλάση, δηλαδή πήγαιναν από κλάση σε κλάση κατά μάθημα.
Στις εκθέσεις τις οποίες συνέταξε και υπέβαλλε στην επί των
Εκκλησιαστικών Γραμματεία ο Ι. Κοκκώνης ο οποίος περιόδευσε για έλεγχο
σε διάφορα σχολεία της Πελοποννήσου κατά το 1830,
περιγράφεται η κατάσταση που επικρατούσε στα σχολεία με τα ανύπαρκτα ή
ακατάλληλα κτίρια, την έλλειψη εξοπλισμού κλπ. αλλά και η ποιότητα της
παιδείας που παρείχαν δάσκαλοι, μερικοί των οποίων είχαν ικανότητες,
κατέβαλλαν φιλότιμες και πολλές φορές πέραν των δυνατοτήτων τους
προσπάθειες να «φωτίσουν» τη νεολαία, σε αντίθεση με άλλους οι οποίοι
δεν γνώριζαν όχι μεθόδους διδασκαλίας αλλά ούτε ορθογραφία, ούτε και
αυτά τα «κολλυβογράμματα».
Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι, τους δασκάλους «εδιόριζε» μεν το Ελληνικό
Κράτος αλλά πλήρωναν οι τοπικές κοινωνίες (Δήμοι, Κοινότητες κλπ.), από
έσοδά τους, από έσοδα των τοπικών μοναστηριών, ή από κληρονομιές
διαφόρων ευεργετών. Έτσι αρκετές φορές όπου αδυνατούσαν ή κωλυσιεργούσαν
οι τοπικοί άρχοντες να πληρώσουν τους δασκάλους, αυτοί, ως επαίτες
κατέφευγαν στην επί των εκκλησιαστικών Γραμματεία ή στον τοπικό
αστυνομικό Διευθυντή ώστε να εξαναγκάσουν τους αρμοδίους να καταβάλουν
τα χρήματα στους δασκάλους. Οικονομικές δυσχέρειες ανάγκαζαν χωριά στα
οποία λειτουργούσε σχολείο αλληλοδιδακτικό, να σταματήσουν τη λειτουργία
του, να φύγει ο δάσκαλος και να στερηθούν τα παιδιά και αυτών ακόμη των
λίγων γραμμάτων που μάθαιναν...
Τα κτίρια που προσφέρονται περισσότερο για την εγκατάσταση τους είναι
τα μοναστήρια. Το γεγονός ότι οι δάσκαλοι ανήκουν στον κλήρο, καθώς
επίσης ότι τα μοναστήρια συχνά διαθέτουν βιβλιοθήκη συνηγορούν υπέρ
αυτής της λύσης. Έτσι στεγάζονται σε μονές μεταξύ άλλων: η σχολή του
Άργους, οι δύο σχολές της Νάξου, το
σχολείο της Σίφνου, η σχολή της Τρύπης (Λακωνία) η
σχολή της Στεμνίτσας κ.ά.
1ο δημοτικό σχολείο Άργους - Καποδιστριακό σχολείο
Ωστόσο, όσο πλησιάζουμε στο τέλος του 18ου αιώνα πυκνώνουν οι
περιπτώσεις ελληνικών και ανωτέρων σχολών για τις οποίες κατασκευάζεται
ιδιαίτερο κατάλυμα. Φαίνεται ότι τα πιο απλά από αυτά τα κτίρια
περιλαμβάνουν δύο ορθογώνιους χώρους και καλύπτουν τις πιο στοιχειώδεις
ανάγκες της διδασκαλίας. Κατασκευάστηκαν όμως και πλήρεις εκπαιδευτικές
μονάδες με βιβλιοθήκη και οικοτροφείο, κυρίως στις περιπτώσεις όπου η
φήμη κάποιου δασκάλου έφερνε και σημαντικό αριθμό σπουδαστών από μια ευρύτερη περιφέρεια. Θα
μπορούσαμε να αναφέρουμε ως
παράδειγμα η σχολή του Παλαμά στο Μεσολόγγι, που γύρω στο 1780
συγκέντρωνε περίπου 300 μαθητές, τη σχολή της Βυτίνας που ιδρύθηκε το
1780 και όπου συνέρρεαν μαθητές "αυτόχθονες και ετερόχθονες", τη σχολή
της Δημητσάνας, τη σχολή του Ντέκα, που κατασκευάστηκε
γύρω στο 1750 στην Αθήνα, το Ελληνομουσείο της Ζαγοράς στο Πήλιο, τη
σχολή των Μηλιών και
τέλος τις φημισμένες σχολές της Χίου και των Κυδωνιών.
Τα κτίρια αυτά αναπτύσσονται συχνά σε δυο
ορόφους. Στό ισόγειο βρίσκονται κατά κανόνα τα δωμάτια των οικοτρόφων
μαθητών
καθώς και οι βοηθητικοί χώροι (κουζίνα, εστιατόριο, αποθήκες κλπ.). Όλοι
αυτοί οι χώροι βλέπουν στην κεντρική αυλή/κήπος κατευθείαν ή μέσω
στεγασμένων περιμετρικών διαδρόμων. Στον όροφο, όπου φτάνει κανείς με
εξωτερικές σκάλες, βρίσκονται συνήθως η βιβλιοθήκη, οι αίθουσες
διδασκαλίας, τα δωμάτια των καθηγητών.
Στα κοινά αλληλοδιδακτικά σχολεία, οι αίθουσες διδασκαλίας, σύμφωνα με τις σπάνιες περιγραφές που
διαθέτουμε, δεν φαίνεται να παρουσιάζουν κάποια διαφοροποίηση από τους
άλλους χώρους και να αποτελούν αντικείμενο ειδικών απαιτήσεων σ' ότι
αφορά τα ανοίγματα (πόρτες, παράθυρα) η τη διάταξη του εξοπλισμού.
Πρόκειται για κοινά δωμάτια, ευρύχωρα, όπου τοποθετείται το γραφείο του
δασκάλου και τριγύρω καθίσματα για τους μαθητές.
Το ύψος της
αίθουσας προβλέπεται από 5 έως 7 μέτρα,
ύψος αρκετά μεγάλο που υπακούει στην προβληματική για τη σημασία του
αέρα στη μετάδοση των ασθενειών και σκοπεύει στην αύξηση του όγκου του
αναγκαίου για την αναπνοή των μαθητών. Η κάτοψη τής. αίθουσας, είναι
ορθογωνική, το πλάτος της, που είναι αρκετά μικρότερο από το μήκος, δεν
πρέπει να ξεπερνά τα εννέα έως δέκα μέτρα, αλλά οι ακριβείς διαστάσεις
καθορίζονται σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών.
Σε όλο το μήκος
της αίθουσας τοποθετούνται σειρές θρανίων που η καθεμιά μπορεί να
χωρέσει μια εικοσάδα μαθητών. Στη δεξιά άκρη κάθε θρανίου βρίσκεται το
αναλόγιο του πρωτόσχολου, η πινακίδα των δειγμάτων της γραφής και ο
"τηλέγραφος", όπου ο πρωτόσχολος αναρτά κάθε φορά επιγραφές με τις
κινήσεις που πρέπει να εκτελέσουν οι μαθητές. Οι "τηλέγραφοι" ήταν πινακίδες πλάτους 22 εκ. και ύψους 14 εκ. που
περιστρέφονται γύρω από κατακόρυφους ξύλινους άξονες, τους
"πινακοστάτες", και τοποθετούνται στην άκρη των θρανίων απ' όπου
αρχίζουν οι διάφορες τάξεις.
Τα θρανία αποτελούνται από γραφεία και καθίσματα ενωμένα σε ενιαίο
ξυλουργικό σώμα. Το επάνω μέρος των γραφείων είναι διαμορφωμένο ανάλογα
με τη θέση που αντιστοιχεί στις διάφορες τάξεις της γραφής: έτσι το
πρώτο επιτρέπει τη γραφή στην άμμο ενώ το τελευταίο έχει υποδοχές για
μελανοδοχεία.
Τα ημικύκλια είναι τα κάγκελα όπου στέκονται οι μαθητές για να μαθαίνουν την ανάγνωση. Εκεί συγκεντρώνονται σε μικρές ομάδες για να βλέπουν τον σανιδοπίνακα με μια σελίδα του μαθήματος. Ύστερα πάνε στο επόμενο ημικύκλιο για να βλέπουν την επόμενη σελίδα.
Κάθε τόσο γινόταν εναλλαγή: οι καθιστοί σηκώνονταν να πάνε στα ημικύκλια για προφορική διδασκαλία και οι όρθιοι πήγαιναν στα θρανία για να τελειοποιηθούν στο γράψιμο.
Το βάθρο του δασκάλου αποτελεί επίσης αντικείμενο προβληματισμού.
Προτείνεται να είναι αρκετά υπερυψωμένο και να σχηματίζεται από κάτω
ντουλάπι όπου να φυλάγονται η άμμος, τα μολυβδοκόνδυλα κλπ. Ακόμη
ζητείται να είναι περισσότερο ευρύχωρο και μακρύ ώστε να τοποθετούν δίπλα στην
έδρα του δασκάλου γραφεία για τους γενικούς πρωτόσχολους, που με αυτόν
τον τρόπο όμως παίρνουν τη θέση υποδιδασκάλων.
Εσωτερικό αλληλοδιδακτικού σχολείου. Ορθογώνιο, ψηλοτάβανο, στη σειρά τα θρανία, ο δάσκαλος σε βάθρο υπερυψωμένο για να ελέγχει καλύτερα τους μαθητές.
Μπορεί να υπάρχουν έως τρεις πόρτες.
Η τελική επιλογή αφήνεται στον υπεύθυνο του κτιρίου. Αλλά σε όλες τις
περιπτώσεις καθορίζεται ακριβώς η θέση τους σε σχέση με έναν ειδικό
προορισμό,
πάντα μέσα στα πλαίσια της λογικής που χρησιμοποιεί τον χώρο για να
επιβεβαιώσει
τις ιεραρχίες και να διευκολύνει την επιτήρηση. Έτσι η μία από τις
πόρτες, αυτή
που φέρνει κατευθείαν στο δρόμο, χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τον
δάσκαλο και
θεωρείται καλό να βρίσκεται σε μία άκρη της αίθουσας μακριά από την
έδρα.
Αντίθετα η κύρια είσοδος, που είναι η είσοδος των μαθητών, οδηγεί στο
προαύλιο
και βρίσκεται δίπλα στο βάθρο. Με αυτόν τον τρόπο ο δάσκαλος μπορεί να
ελέγχει την είσοδο και την έξοδο των μαθητών και να επιβάλλει την τάξη
χωρίς να χρειάζεται να μετακινηθεί. Η τρίτη πόρτα είναι μικρότερη, στην
άλλη άκρη του βάθρου, και οδηγεί στα αποχωρητήρια που πρέπει να είναι
χωρισμένα από το προαύλιο.
Τα αντικείμενα που χρησιμεύουν για τη γραφή και είναι στερεωμένα στα
γραφεία, όπως τα "αβάκια", οι "κονδυλοφόροι", τα "σπογγιστήρια" για τον
καθαρισμό των αβακίων, το "ομαλιστήριο" για την εξομάλυνση της άμμου του
γραφείου των αρχαρίων.
Ακόμα θερμάστρες, γραφείο για τον δάσκαλο, βιβλιοθήκη,
πινακίδες, μαυροπίνακες, ρολόι, "δείκται" των πρωτόσχολων ερμηνευτών,
διάφορα ένσημα και παράσημα, ντουλάπια, κλπ. Τέλος, στον τοίχο πάνω από
την έδρα αναρτώνται τα ακόλουθα αντικείμενα: οι κατάλογοι κατάταξης των μαθητών στα διάφορα μαθήματα, ο "πίναξ της τιμής", ο "μαύρος πίναξ
της ατιμώσεως", μία πινακίδα όπου με "μεγάλα γράμματα" είναι γραμμένο
το γνωμικό: "Εις τόπος διά καθέν πράγμα και καθέν πράγμα εις τον τόπον
του" καθώς και ένα εικονοστάσιο με την εικόνα του Σωτήρα, της
Μεταμόρφωσης η του Παντοκράτορα.
Επίσης πίνακας χωρισμένος σε στήλες με επιγραφές όπως:
"φρόνιμος, επιμελής, εύτακτος,
φιλαλήθης, ευπειθής κτλ ", στον οποίον καταγράφονται κάθε μήνα τα
ονόματα των μαθητών που βραβεύονται για την επιτυχία τους στις διάφορες
ασκήσεις η για τη συμπεριφορά τους γενικά.
Άλλος πίνακας που σ' αυτόν σημειώνονται τα ονόματα των μαθητών που μετά από
συχνές παρατηρήσεις και ποινές παραμένουν "αδιόρθωτοι". Ο πίνακας
χωρίζεται σε στήλες που αντιστοιχούν στα σφάλματα όπως: "φλύαρος,
ρυπαρός, παρήκοος, οκνηρός η αμελής, φιλοπαίκτης, ψεύτης,
διεστραμμένος..."
Τελικά, η αλληλοδιδακτική μέθοδος εφαρμόστηκε στην περίοδο του Καποδίστρια για
λόγους κυρίως οικονομικούς στο τότε νεοϊδρυθέν Ελληνικό κράτος, συνέχισε
να εφαρμόζεται στα χρόνια του Όθωνα, παράλληλα πέρασε και στα Επτάνησα
από το 1826 και μεγάλωσε αρκετές γενιές μαθητών...